ΜΗΤΡΙΚΗ ΑΓΑΠΗ (Α2)



5ο ΓΕΛ ΑΓΡΙΝΙΟΥ
ΤΑ ΦΥΛΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Η ΜΗΤΡΙΚΗ ΑΓΑΠΗ
ΤΜΗΜΑ: Α΄2







ΜΑΝΙΚΑ ΘΕΟΔΩΡΑ
ΜΠΑΔΑ ΜΑΡΙΑ
ΝΤΑΛΙΠΑΙ ΧΑΖΜΠΙΕ
ΠΑΣΧΕΝΤΗ ΛΑΜΠΡΙΝΗ
ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΗ ΕΛΕΝΑ

Εργασία 1:


Κείμενο 1: «Στέλλα Βιολάντη»
Σύμφωνα με το συγκεκριμένο απόσπασμα, η μητρική αγάπη εκδηλώνεται έντονα σε πολλά σημεία του κειμένου. Η Στέλλα Βιολάντη σύμφωνα με το κείμενο, είναι μια νέα και όμορφη κοπέλα, κόρη ενός πλούσιου μεγαλέμπορα της Ζακύνθου, του Παναγή Βιολάντη, η οποία τρέφει αισθήματα αγάπης και πάθους για έναν φτωχό νεαρό, τον Χρηστάκη Ζαμάνο. Παρόλο που ο πατέρας της είναι αντίθετος με τον έρωτά της αυτόν, η Στέλλα φαίνεται πεισματάρα, αποφασισμένη, αμετάλλακτη αψηφώντας τον φόβο και έτοιμη  για κάθε ενδεχόμενο, γι’ αυτό του γράφει ένα γράμμα όπου του εκμυστηρεύεται την αγάπη της γι’ αυτό ο πατέρας της την κλειδώνει σε ένα υπόγειο για να την τιμωρήσει. ‘Όταν η μητέρα της, η Βιολάνταινα, το μαθαίνει γίνεται έξαλλη και προσπαθεί απεγνωσμένα με κάθε μέσο να μεταπείσει την κόρη της και να την κάνει να σκεφτεί λογικά και υπεύθυνα, δίχως συναισθηματισμούς. Αρχικά, πηγαίνει στο δωμάτιό της και της ζητά να πέσει στα πόδια του πατέρα της και να του γυρέψει συγχώρεση, να του πει πως μετάνιωσε για το κίνημά της, να του υποσχεθεί πως στο εξής δε θα έκανε τίποτα χωρίς προηγουμένως να λάβει την έγκριση του, να τον βεβαιώσει πως έπαψε να συλλογίζεται το Χρηστάκη, ώστε ο πατέρας της να την συγχωρέσει, να τη δεχτεί στην αγκαλιά του και να φροντίσει να την παντρέψει με ένα καλό και άξιο παιδί. Σαν μάνα, αγαπάει υπερβολικά το παιδί της, το νοιάζεται και προσπαθεί με τις παραινέσεις της να της αλλάξει γνώμη για να αποφύγει οτιδήποτε δυσάρεστο που ίσως επακολουθήσει από την απόφασή της να παντρευτεί το Χρηστάκη. Επιπρόσθετα, όταν περνάει από το μυαλό της Στέλλας η ιδέα να φύγει από το σπίτι, η Βιολάνταινα ταράζεται και ξεσπά σε φωνές μη μπορώντας να συνειδητοποιήσει τη κουβέντα που ξεστόμισε η κόρη της. Με την απόφαση της κόρης της να εγκαταλείψει το πατρικό της σπίτι, η Βιολάνταινα αγανακτεί και απελπίζεται. Σύμφωνα με χωρία του κειμένου: «τα γόνατά της λύθηκαν και έπεσε σε μία καρέκλα, όγκος αδρανής» Από όλα τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι η μητρική αγάπη της Βιολάνταινας είναι έντονη και δυνατή. Τέλος, σύμφωνα με την εποχή στην οποία εκτυλίσσονται τα γεγονότα αφού είμαστε στην Ζάκυνθο του 19ου αιώνα η μητέρα δεν έχει άλλη επιλογή από το να πείσει την κόρη της με τις συμβουλές της να ξεχάσει τον αγαπημένο της για να μην εναντιωθεί στον πατέρα της, ώστε να μην πληγωθεί από την τυχόν τιμωρία του πατέρα. Έτσι εκφράζεται η μητρική αγάπη στο κείμενο αυτό.



Κείμενο 2: «Ματωμένα Χώματα»
Σύμφωνα με το απόσπασμα της Διδω Σωτηρίου  « Ματωμένα χώματα», η μητρική αγάπη διαγράφεται σε μεγάλο βαθμό. Καταρχάς, βλέπουμε ότι η μητέρα του ήρωα είναι ,μια γυναίκα εργατική, δουλευταρού αφού σύμφωνα με συγκεκριμένο χωρίο : « ποτέ της δεν έβρισκε καιρό να μας χαϊδέψει, να μας πει ένα παραμύθι. Ξύπναγε ολοχρονίς χαράματα, άναβε φωτιά, έστηνε τσουκάλι να προκάνει τόσα στόματα. Ύστερα είχε πάντα στην κούνια και ένα μυξιάρικο να τσιρίζει. Είχε να φροντίσει τα ζωντανά, να βάλει σκάφη, να ζυμώσει, να πλύνει, να γυροφέρνει το νοικοκυριό, να πιάσει βελόνι. «Από τα παραπάνω παρατηρούμε ότι ο απώτερος σκοπός της σκληρής εργασίας ήταν για να συντηρήσει και να φροντίσει τα παιδιά της. Τέλος, ένα άλλο περιστατικό που εκδηλώνει έμπρακτα τη μητρική αγάπη είναι η ηρωική παρέμβαση της μητέρας, όταν βλέπει τον πατέρα να χτυπά με μανία και δίχως έλεος το ίδιο του το παιδί. Χαρακτηριστικά λέει στον πατέρα : «Άμοιρε, θα το χαλάσεις το σπλάχνο σου» Συμπεραίνοντας, μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε πόσο δυνατή είναι η αγάπη της μάνας γι το παιδί της.
   Κείμενο 3: «Τα ρέστα»
Σύμφωνα με το κείμενο: «Τα ρέστα» σε πολλά σημεία διαγράφεται η αγάπη μεταξύ μητέρας και γιου. Σύμφωνα με το συγγραφέα Κώστα Ταχτσή η μητέρα του ανάλογα με την ψυχική της διάθεση, χαρά η λύπη, επηρέαζε και την ψυχική κατάσταση του παιδιού της. Όταν ήταν στα κέφια της, η μητέρα επαινούσε το παιδί της και εξέφραζε έντονα την αγάπη της. Για παράδειγμα, σύμφωνα με συγκεκριμένο χωρίο του κειμένου λέει: «Αχ, να χαρώ εγώ παιδί, που μεγάλωσε και μου κάνει δουλειές, τ’ αγοράκι μου το καλό, που όταν γεράσω θα με παίρνει από τον ίσκιο και θα με βάζει στον ήλιο!» και γελούσε με την καρδιά της. Εδώ παρουσιάζεται η μεγάλη αγάπη της για τον γιο της. Επίσης, όταν η μητέρα είχε καλή διάθεση του αγόραζε παγωτό και έπαιζε μαζί τους παρακαλώντας τον να της να της δώσει λίγο αν και η ίδια δεν έτρωγε, μόνο και μόνο για να επιβεβαιώσει την αγάπη του γιού της. Ακόμη, τις γιορτινές μέρες, άφηνε το παιδί της ελεύθερο με τα άλλα παιδιά να παίξει όσο ήθελε. Αλλά όταν ήταν στις κακές της μέρες, σύμφωνα με τον αφηγητή ήταν σκληρή με το παιδί της, όταν αυτό αργούσε έστω και λίγο να γυρίσει στο σπίτι, το έδερνε και φώναζε δυνατά και του έλεγε: «Ή θα γίνεις άντρας και θα μάθεις να μην κλαις η θα σε σκοτώσω από τώρα μια και καλή, να σε κλάψω και να σε ξεχάσω, άναντρους σαν τον προκομμένο τον πατέρα σου δεν χρειάζεται άλλους η κοινωνία» Προσπαθούσε με αυτόν τον τρόπο να σκληραγωγήσει το παιδί της και να τον κάνει δυνατό, υπεύθυνο άντρα στη ζωή του. Εν κατακλείδι, θα λέγαμε ότι εδώ παρουσιάζεται και μια άλλη μορφή της μητρικής αγάπης, αυτή της σκληρής, η οποία ωστόσο δεν παύει να φανερώνει την αληθινή αγάπη μάνας για το παιδί της.
Κείμενο 4: «Δύο μητέρες νόμιζαν πως είναι μόνες στον κόσμο»
Σύμφωνα με το κείμενο του Νικηφόρου Βρεττάκου, προβάλλεται έντονα η εικόνα μιας μάνας που έχει χάσει πρόσφατα- πριν από έξι μήνες- το παιδί της και πονά αφάνταστα για το χαμό του. Κατά τον συγγραφέα, «κάθε πρωί που η μάνα ανοίγει την πόρτα της, είναι ένα πένθος. Το βράδυ, το ίδιο. Σπρώχνει την πόρτα και σωριάζεται. Μπαίνει τρεκλίζοντας , ανάβει το φως. Η μαύρη της μπόλια είναι λυμένη. Οι άκρες της κρέμονται ως κάτω στο πάτωμα». Εδώ, διαγράφεται εντονότατα παραστατικά και δραματικά η άθλια και τραγική ψυχολογική της κατάσταση, καθώς δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τον εαυτό της, νιώθει απελπισμένη, μόνη, χωρίς συντροφιά, χωρίς το παιδί της να τη στηρίζει και να της δίνει κουράγιο. Ύστερα, σύμφωνα με το κείμενο η Παναγία βλέπει τη μητέρα και τα χέρια της Μεγαλόχαρης έτρεμαν, θα της φύγει θαρρείς, θα της πέσει το βρέφος της. «Τα χείλη της σφίγγονται, η κόκκινη μαντίλα της παίζει. Θέλει να την βοηθήσει, αλλά το σπίτι είναι έρημο. Δεν έχει σε ποιον να αφήσει το παιδί της σε αυτό τον κόσμο για μια στιγμή το παιδί της. Η συγκινητική αυτή σκηνή μας δείχνει την ανείπωτη απερίγραπτη θλίψη της μάνας που προξενεί ο χαμός ενός παιδιού, επειδή και η ίδια η μάνα, όταν χάνει το σπλάχνο της, πεθαίνει ψυχικά και η ίδια. Μ’ αυτό τον τρόπο εκδηλώνεται για ακόμη μια φορά η παντοδύναμη μητρική αγάπη.

  Κείμενο 5: Επιτάφιος
Σύμφωνα με το απόσπασμα του Γιάννη Ρίτσου Επιτάφιος παρουσιάζεται η εικόνα μιας μητέρας η οποία καταμεσής του δρόμου μοιρολογά το σκοτωμένο παιδί της. Εποχή: 1936, Θεσσαλονίκη. Αρχικά η μάνα απευθύνεται στο νεκρό παιδί της αποκαλώντας τον « Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου, πουλάκι της φτωχιάς αυλής ανθέ της ερημιάς μου» Σε αυτό το σημείο εκδηλώνεται η απέραντη αγάπη που νιώθει η μητέρα για το παιδί της. Τον αποκαλεί «γιόκα μου» «πουλί μου» «κορώνα μου» «φρύδι μου» «χείλη μου» «μάτια μου» και με αυτόν τον τρόπο καταλαβαίνουμε πόσο σημαντικό πρόσωπο αποτελούσε ο γιος της. Περιγράφει γλυκά το πρόσωπο του, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του, το γεγονός ότι η ίδια τον έβλεπε σαν το ωραιότερο παιδί στον κόσμο, οπ0ως άλλωστε κάθε μάνα βλέπει το παιδί της. Ο γιος της ήταν η παρηγοριά της, το στήριγμα της και πάντα μπορούσε να ακουμπήσει σε αυτόν. Όμως, πλέον είναι ανήμπορη, αδύναμη, ανίκανη να συνεχίζει τη ζωή της «με έναν καημό φωτιά στα στήθια της» Παρακαλά το Θεό και το γιο της μαζί, να την πάρει κοντά του, για να μη πονάει άλλο πια. Η μητέρα περίμενε με ανυπομονησία το παιδί της, που έφυγε  νωρίς το πρωί, να επιστρέψει σύντομα, αλλά τελικά δεν γύρισε ποτέ. Νιώθει υπεύθυνη, ένοχη για το χαμό του παιδιού της και αποκαλεί τον εαυτό της σκύλα που δεν έτρεξε πίσω του τα στήθια της να βάλει μπρος, τα βόλια να κρατήσει. Είναι αδύνατον για την ίδια να συνειδητοποιήσει ότι ο γιος της πέθανε και απευθύνεται σε αυτόν λέγοντας του « σήκω γλυκέ μου αργήσαμε ψηλώνει ο ήλιος έλα και το φαγάκι σου έρημο θα κρύωσε στην πιατέλα». Αναφέρει ότι ακόμα και η στολή της δουλειάς του θα καρτερά τη σάρκα του, ότι ακόμα και η γάτα του θα καρτερά στα πόδια του να παίξει, ότι ακόμη και ο ήλιος αργός θα καρτερά στα μάτια του να φέξει. Δηλαδή τίποτε δε θα είναι ίδιο χωρίς αυτόν. Επιπρόσθετα, το σημείο στο οποίο αποτυπώνεται ξεκάθαρα η τραγικότητα της εκδηλώνεται στους εξής στίχους : «Και γω θα καρτεράω σκυφτή βράδυ και μεσημέρι να’ ρθει ο καλός μου ο θάνατος, κοντά σου να με φέρει. Τέλος, η μάνα μονολογεί ότι δεν της έμεινε καμία χαρά και πίστη και το χλωμό και το στερνό καντήλι της έσβησε. Και τώρα αναρωτιέται:  «σε ποια φωτιά τα χέρια μου θα ανοίγω τα παγωμένα χέρια μου να τα ζεστάνω λίγο;» Φτάνουμε στο συμπέρασμα από ότι ο μόνος δρόμος για αυτήν είναι ο θάνατος καθώς η αγάπη της για το παιδί της είναι απεριόριστη και πάνω από την ίδια της τη ζωή. Από τα παραπάνω καταλαβαίνουμε ότι για τη μάνα το παιδί είναι όλος της ο κόσμος.

  

Εργασία 2:


Ο ρόλος της μητέρας στην οικογένεια σήμερα έχει αλλάξει σημαντικά σε σχέση με το χθες. Η γυναίκα του σήμερα είναι πολύ διαφορετική από τη γυναίκα του χθες, αφού έχουν επέλθει πολλές αλλαγές κοινωνικές, οικονομικές οι οποίες έχουν τροποποιήσει και βελτιώσει τον τρόπο ζωής της, τις συνήθειές της, τη συμπεριφορά της, τον τρόπο σκέψης της. Αρχικά, θα αναφερθούμε στη θέση της μητέρας την παλιότερη εποχή. Η μητέρα στις παλαιότερες κοινωνίες ήταν περιορισμένη στο σπίτι και ήταν εξ’ ολοκλήρου υπεύθυνη για την ανατροφή των παιδιών της. Μόνο αυτή φρόντιζε για την υγεία, την καλή αγωγή, το μεγάλωμα τους. Ήταν αφοσιωμένη στα παιδιά της, δεν έβγαινε έξω από το σπίτι, παρά μόνο για να αγοράσει τα απαραίτητα. Έκανε, επιπλέον όλες τις οικιακές εργασίες, μαγείρευε και εργαζόταν σκληρά για τη συντήρηση του σπιτιού. Ιδιαίτερα στη Βυζαντινή εποχή, οι μητέρες έπρεπε να κάθονται στο σπίτι και να μαθαίνουν γράμματα στην κόρη τους, ώστε να γίνουν καλές μητέρες και να αναθρέψουν και αυτές καλά τα παιδιά τους. Γενικότερα, οι γυναίκες ήταν οι κυρίες του σπιτιού. Η μεγάλη αλλαγή επήλθε τον 19ο αιώνα, όταν η γυναίκα άρχισε να εργάζεται έξω από το σπίτι και να επαναστατεί, να διεκδικεί τα δικαιώματά της. Δεν πρέπει, όμως, να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι στις παραδοσιακές κοινωνίες, η γυναίκα ζούσε τη μητρότητα με μία περισσότερη πληρότητα και μέσα από το μητρικό αυτό ρόλο, εξασφάλιζε για τον εαυτό της αναγνώριση και σεβασμό. Τώρα, πρόκειται να κάνουμε μία αναφορά στη γυναίκα της σημερινής εποχής. Η γυναίκα σήμερα, ανταποκρινόμενη στις πολλαπλές απαιτήσεις της σημερινής ανταγωνιστικής κοινωνίας μας, οδηγήθηκε στην αναζήτηση αυτής της προσωπικής αναγνώρισης και καταξίωσης έξω από το σπίτι, στον εκπαιδευτικό και επαγγελματικό στίβο, με αποτέλεσμα αυτή η εμπλοκή της σε εξωοικογενειακούς τομείς, να προσκρούει και να αδρανοποιεί την ενεργό συμβουλή της στο ρόλο της μητρότητας. Η γυναίκα στη σύγχρονη κοινωνία είναι παγιδευμένη ανάμεσα σε διαφορετικούς και συχνά αντικρουόμενους ρόλους, όπως αυτόν της γυναίκας, της συζύγου, της μητέρας, της σκληρά εργαζόμενης.  Όλα τα παραπάνω συντελούν στο να μη μπορεί η γυναίκα να ανταποκριθεί με πληρότητα και ικανοποίηση στο δύσκολο και απαιτητικό έργο της μητρότητας , αφού ο χρόνος της είναι πολύ περιορισμένος. Η γυναίκα σήμερα φέρει βάρη, τα οποία είναι πολλά και συνεπώς δεν έχει τη δυνατότητα να ασχοληθεί με τα παιδιά της, όσο θα ήθελε.
 Υπάρχουν πολλοί λόγοι, οι οποίοι ώθησαν στην αλλαγή του ρόλου της γυναίκας όσον αφορά τη μητρότητα. Λόγοι κοινωνικοί, πολιτικοί, οικονομικοί. Η γυναίκα άρχισε να μορφώνεται να διεκδικεί τα δικαιώματα της και έτσι αναβαθμίστηκε κοινωνικά, ανεξαρτητοποιήθηκε, συνέλαβε με την εργασία της στα έξοδα του σπιτιού και στη μόρφωση των παιδιών της. Έπαψε να είναι υποχείριο του άνδρα και να υπακούει στο θέλημά του. Έγινε ισότιμη με αυτόν.
 Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι ο ρόλος της μητέρας σήμερα έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό σε σχέση με το ρόλο της γυναίκας του χθες.


Εργασία 3:


Ποιήματα σχετικά με τη μητρική αγάπη:
                              «Μία τέλεια μητέρα»
                              Ποιητής: Nicola Steel
Από τη στιγμή που μπήκα σε αυτόν τον κόσμο,
Έχεις νοιαστεί για εμένα όπως κανείς άλλος.
Υπάρχει μία μόνο λέξη να σε περιγράψει,
Αυτή είναι με κάθε τρόπο μια τέλεια μητέρα.
Τα χρόνια που με έβλεπες να μεγαλώνω,
Τόσες πολλές μνήμες μπορούμε να αναπαραστήσουμε τώρα
Ήσαν εκεί για να με αγαπάς και να με προστατεύεις,
Από τη γέννησή μου μέχρι σήμερα.
Όταν υπάρχει ένα σύννεφο που σκεπάζει το μονοπάτι μου,
Ή έχω ένα πρόβλημα να αντιμετωπίσω.
Θα είσαι εκεί για να σκουπίζεις τα δάκρυά μου,
Και να βάλεις τα πάντα πίσω στη θέση τους.
Τα ζεστό σου άγγιγμα είναι σαν από είδος τόσο ευγενικό για να με στείλει για ύπνο.
Η φωνή σου είναι σαν αγγέλου,
Μια ομορφιά που αξίζει μόνο να μην κρατήσεις.
Ο τρόπος που πάντα με κάνει να χαμογελώ
Και ο τρόπος που παίζεις με τα μαλλιά μου.
Όταν χρειάζομαι να μιλήσω κάπου, εσύ θα με ακούσεις,
Έτσι ξέρω πόσο πολύ νοιάζεσαι.
Ο ήλιος στην καρδιά σου θα συνεχίσει
Να λάμπει στο μέλλον σε ότι κάνεις.
Το πιο σημαντικό πρόσωπο στη ζωή μας ανεξαιρέτως
Είμαι ευτυχισμένος να πω ότι είσαι εσύ!


                          «Η μητέρα μου, η φίλη μου»
                                   Ποιητής: Ανώνυμος
Ήσουν η πριγκίπισσα του παραμυθού μου.
Τόσο μεγαλύτερη από τη ζωή.
Ήσουν ο άγγελος μου και ο μάρτυράς μου
Σε όλον τον πόνο και τον αγώνα μου.
Τις στιγμές που με έκανες θυμωμένη,
Μεγάλες κουβέντες έλεγα.
Πως κάποια στιγμή θα αισθάνεσαι λύπη.
Εσύ ευθύνεσαι γι’ αυτό.
Αλλά όταν χρειαζόμουν υποστήριξη,
Εσύ πάντα έβρισκες τον τρόπο.
Οι λέξεις σου ήταν πιο καταπραϋντικές
Από τις μέρες του μεγαλείου της παιδικής μου ηλικίας
Τώρα που η απόσταση μας κρατάει μακριά,
Τα όρια δεν έχουν τέλος
Θα κρατήσω τις μνήμες στην καρδιά μου.
Είσαι η μαμά μου, η καλύτερή μου φίλη!

                                 «Η καρδιά της μάνας»
Ένα παιδί, μοναχοπαίδι αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.
- Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά,
μ' αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά
να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου.
Τρέχει ο νιος, την μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει.
Και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.
Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
- Εχτύπησες, αγόρι μου; και κλαίει!




Τραγούδι: Της μάνας η καρδιά-Παντελής Θαλασσινός
Ταινίες:  Μητρική Αγάπη- του Kanal Tabrizi
              Θύελλα σε μητρική καρδιά- του Mildred Pierce

Βιβλία:  Νικόλ-Άννα Μανιάτη: Κολλένα Λουλούδια
                                                    Αόρατος Δεσμός
              Φωτεινή Τσαλίκογλου: Δε μ’ αγαπάς, Μ’ αγαπάς


Πίνακες ζωγραφικής- Φωτογραφίες
                                                                                              




 








ΤΕΛΟΣ