ΜΗΤΡΙΚΗ ΑΓΑΠΗ ΜΕ ΕΡΓΑ ΤΟΥ Χ. ΚΑΠΡΑΛΟΥ



Εργασία Στη Λογοτεχνία

5ο Γενικό Λύκειο Αγρινίου



Υπεύθυνη καθηγήτρια: Α. Κοκόλη

ΦΥΛΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Μητρική Αγάπη
[Άγαλμα στο Αγρίνιο. «Η μάνα» του συντοπίτη μας Καπράλου.]





Κείμενα:
Κείμενο 1: Στέλλα Βιολάντη, Γρ. Ξενόπουλος

Κείμενο 2: Ματωμένα Χώματα, Διδώ Σωτηρίου

Κείμενο 3: Τα ρέστα, Κώστας Ταχτσής

Κείμενο 4: Δύο μητέρες νομίζουν πως είναι μόνες στον κόσμο, Νικηφόρος Βρεττάκος

Κείμενο 5: Επιτάφιος, Γ. Ρίτσος



1.       Πώς εκδηλώνεται η μητρική αγάπη στα παραπάνω κείμενα; Να εκθέσετε τις απόψεις σας.

  Μία ανώτερη αγάπη ζει μέσα στην γυναίκα, η αγάπη της αιωνιότητας! Η μητρική αγάπη είναι η αρχή και το τέλος κάθε αγάπης. Στα παραπάνω κείμενα αποτυπώνονται σχέσεις μεταξύ μητέρας και παιδιών.
  Η Βιολάνταινα στη "Στέλλα Βιολάντη" του Γρ. Ξενόπουλου είναι υποδουλωμένη στη μοίρα των γυναικών της εποχής της, έχοντας ως μοναδικό ρόλο αυτόν της σωστής νοικοκυράς, συζύγου και μητέρας που δραστηριοποιείται αποκλειστικά στον ιδιωτικό χώρο της οικογένειας. Ως μητέρα αγαπά πολύ τα παιδιά της, αλλά δεν μπορεί να τους το δείξει έμπρακτα, επειδή φοβάται την αντίδραση του αυστηρού συζύγου της. Η σχέση της με την Στέλλα είναι σχετικά καλή. Η Στέλλα νιώθει την μάνα της αρκετά οικείο πρόσωπο και της μιλάει ξεκάθαρα, όπως κάνει και η ίδια με την κόρη της. Η χαμηλών τόνων γυναίκα βγάζει φωνή και εναντιώνεται στα λεγόμενα της Στέλλας. Η μάνα παρά είναι πιστή στις αρχές του συζύγου της θεωρώντας ανήκουστο η κόρη της να έχει ένα φλερτ και δεν την υποστηρίζει καθόλου, ούτε καν ακούει αυτά που της λέει. Αν λάβουμε όμως υπόψη μας τον τόπο και την εποχή στην οποία μεγάλωσε ίσως να την δικαιολογήσουμε. Παρόλα αυτά κανείς δεν μπορεί να πει πως δεν αγαπά την κόρη της, κάθε άλλο προσπαθεί να εκδηλώνει την αγάπη της, έστω και φοβούμενη τον σύζυγό της.
  Η μητέρα στο απόσπασμα που μας δίνεται από τα ''Ματωμένα Χώματα'' της Διδώ Σωτηρίου, μοιάζει τρυφερή και υπομονετική. Η κακοτροπιά και η ανωτερότητα του άνδρα της όμως, δεν της επέτρεπε να εκδηλώνει έμπρακτα την αγάπη της αυτή στα παιδιά της. Η καθημερινότητα και η ρουτίνα δεν της άφηνε χρόνο ώστε να τα αγκαλιάσει, να τα πάρει στα γόνατά της και να τους πει ένα παραμύθι. Η ζεστασιά που είχε στην καρδιά της φαίνεται  να είχε ''παγώσει" λόγω της αυστηρότητας του συζύγου της. Άλλωστε, είχε τόσα να κάνει, ολόκληρο νοικοκυριό περνούσε από τα χέρια της. Ο πατέρας έπρεπε να τα βρει όλα έτοιμα. Μην ξεχνάμε όμως, πως για την εποχή εκείνη η θέση της γυναίκας ήταν υποβαθμισμένη με αποτέλεσμα ό,τι ένιωθαν να μην μπορούν να το εκφράσουν ελεύθερα, ήταν αναγκασμένες να το ''κλειδώνουν'' μέσα σε ένα συρτάρι και να πετάνε το κλειδί! Δεν μπορούσε να θέσει προτεραιότητες, να κάνει όνειρα, να φροντίσει τα παιδιά της όπως εκείνη ήθελε και γενικότερα να ρυθμίσει στα μέτρα της τη ζωή της. Αυτός είναι και ο λόγος που η μάνα δεν εκδηλώνει "φανερά" την αγάπη και την προσοχή που αρμόζει στα παιδιά της. Συμφωνεί πάντα με τον άνδρα της και δεν του φέρνει αντιρρήσεις. Ωστόσο, μία φορά εναντιώνεται, μπαίνει στην μέση σε μία λογομαχία πατέρα-παιδιού με δάκρυα στα μάτια, ανοίγει τα χέρια της σαν φτερούγες και τρομαγμένη προστατεύει το παιδί της. Το γεγονός αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα εκδήλωσης της μητρικής αγάπης και κατά την γνώμη μου η συμπεριφορά της μητέρας ως ένα βαθμό είναι δικαιολογημένη, εφόσον ο χώρος και ο χρόνος που λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα δεν αφήνουν περιθώρια για διαφορετική εξέλιξη των γεγονότων.
  Η μητρική αγάπη στο κείμενο "Τα ρέστα" του Κώστα Ταχτσή εκδηλώνεται ως εξής: ανάλογα με τις μεταβολές στην διάθεση της μητέρας του, εκείνη φερόταν στο γιο της άλλοτε με αγάπη, τρυφερότητα και στοργή και άλλοτε τον κατσάδιαζε για κάθε του κίνηση, ακόμα και όταν δεν είχε σφάλει σε κάτι. Η σχέση ανάμεσά τους παρουσιάζεται από τον συγγραφέα άλλοτε φυσιολογική και άλλοτε όχι. Κάποιες φορές, αν και σπάνια συμβαίνει αυτό, η μητέρα παρουσιάζεται ως ένας εύθυμος και χαρούμενος άνθρωπος που επαινεί τον μικρό της γιο στην κάθε ευκαιρία. Όταν είναι χαρούμενη, φροντίζει τον γιο της της, αναπτύσσει φιλικές σχέσεις μαζί του και εξωτερικεύει την αγάπη της προς το πρόσωπό του με τον κάθε δυνατό τρόπο. Υπήρχαν όμως μέρες που η μητέρα ήταν κακόκεφη, αγχώδης και αυστηρή. Εξέφραζε την απόλυτη αυστηρότητά της προς τον μικρό τότε Ταχτσή και την ίδια στιγμή τον προσέβαλε, πράγμα που κλόνιζε τον ψυχοσυναισθηματικό κόσμο ενός μικρού παιδιού. Οι τιμωρίες λάμβαναν χώρα κάθε στιγμή της ημέρας για κάθε παράπτωμά του. Το παιδί αντιλαμβανόταν την εχθρική στάση της μητέρας του, αφού τον καταρράκωνε συνεχώς και τον οδηγούσε στην σκέψη ότι ήταν άνανδρος, άχρηστος και ανόητος. Η συμπεριφορά της αυτή δρούσε αρνητικά και προκαλούσε την αδιαφορία του για τα λόγια και τις πράξεις της μητέρας του. Πρόκειται για μια πολύ ιδιαίτερη σχέση που μεταβαλλόταν ανάλογα με την ψυχολογία και τις μεταπτώσεις της μητέρας. Μην ξεχνάμε πως το παιδί θέλει να είναι αρεστό στη μητέρα του και ''παραλύει'' στην σκέψη της τιμωρίας από αυτήν. Η μάνα, τσακισμένη από τη ζωή, παρατημένη από έναν ανάξιο σύζυγο, σε μία μεταπολεμική Ελλάδα που η ανέχεια έσπρωχνε πολλές γυναίκες στην πορνεία, ξεσπά πάνω στο παιδί όλη την αγανάκτηση και την πίκρα για τη ζωή της. Ο γιος είναι στερημένος τις περισσότερες φορές από την μητρική αποδοχή. Παρόλα αυτά η συμπεριφορά της μάνας κατά μία άποψη μπορεί να θεωρηθεί αναπόφευκτα λογική διότι νιώθει εγκαταλελειμμένη και μόνη, καθώς προσπαθεί να επιβιώσει χωρίς τη στήριξη του άνδρα και χωρίς πραγματικούς φίλους που μπορούν να της συμπαρασταθούν. Πιστεύει πως κρατώντας μια αυστηρή στάση απέναντι στον γιο της, θα τον προστατεύει και θα βελτιώσει τον χαρακτήρα του. Φυσικά, όχι μόνο δεν τον συνέτιζε αλλά κάθε άλλο, ήταν αποστασιοποιημένη απλώς και του προκαλούσε απέχθεια.
  Το κείμενο ''Δύο μητέρες νομίζουν πως είναι μόνες στον κόσμο'' του Νικηφόρου Βρεττάκου απορρέει μια καταθλιπτική ατμόσφαιρα. Η μητρική αγάπη για ακόμη μία φορά φανερώνεται με την απόγνωση και την απέραντη θλίψη μιας μάνας που ο γιος της σκοτώθηκε αδίκως. Η παρουσία της τυπικά είναι μια ατομική περίπτωση πονεμένης μάνας. Μέσα όμως στο ποίημα συμβολοποιείται και καθολικεύεται. Γίνεται δηλαδή το σύμβολο και η καθολική έκφραση του μητρικού πόνου και σπαραγμού και μια εικόνα πένθους. Η μάνα νιώθει πλήρως την απώλεια του γιου της. Οι κινήσεις της είναι πλέον μηχανικές (π.χ. ανοίγει βουβή την πόρτα του σπιτιού της), τόσο τα πρωινά όσο και τα βράδια η συμπεριφορά της δεν αλλάζει. Τα ψυχικά της συντρίμμια κλονίζουν την σωματική της κατάσταση (οι άκρες της κρέμονται, τρεκλίζει, σα να σωριάζεται). Όπου κι αν βρεθεί η μητέρα δεν αντικρίζει τίποτε άλλο παρά ίχνη της απουσίας του παιδιού της. Κάθε μέρος που συνήθιζε να βλέπει το παιδί της, μοιάζει τώρα άδειο και θλιβερό, όπως και κάθε στιγμή της ημέρας όπου μέχρι πρότινος συνήθιζε να φροντίζει το παιδί της, αποτελεί μια επώδυνη υπενθύμιση της συμφοράς. Τότε, κάνει την ''εμφάνισή'' του ένα άλλο πρόσωπο που λειτουργεί σαν δεύτερο σύμβολο, η Παναγία. Την βοηθά η μητρική συνείδηση που ξέρει να κατανοεί τον πόνο του άλλου και να θέλει να του συμπαρασταθεί. Η βρεφοκρατούσα Παναγία από εικονιζόμενη ''παρουσία'', γίνεται ανθρώπινο πρόσωπο: ζωντανεύει, θέλει να μιλήσει, να απλώσει χέρι βοηθείας, αλλά τελικά δεν μπορεί διότι δεν έχει που να αφήσει το δικό της βρέφος. Με τον τρόπο αυτό δηλώνεται η διάθεση της Παναγίας να συμπαρασταθεί στην χαροκαμένη μάνα. Πιο συγκεκριμένα, ο ανθρώπινος και ο βαθύς πόνος της πρώτης μάνας υποκινεί τη συμπαράσταση της Μάνας-Παναγίας. Η μητρική αγάπη εκδηλώνεται και στις δύο εκφάνσεις που λαμβάνουν χώρα στο ποίημα: από την μια η πρώτη μάνα πλέον άδεια και αδύναμη επιζητά την συμπαράσταση θειούσας Μάνας η οποία είναι πρόθυμη να βοηθήσει εφόσον αντιλαμβάνεται τον πόνο της. Παρόλα αυτά οι δύο μητέρες (ως καταστάσεις) τελικά δεν πραγματώνονται, δηλαδή δεν φτάνουν στην συνάρτησή τους. Θεωρώ την αντίδραση και τις ενέργειες των δύο μανάδων αρμονικές, αφού η μια αισθάνεται τον πόνο της άλλης. Νομίζουν ότι είναι μόνες στον κόσμο, ενώ ουσιαστικά η καθεμιά ελπίζει στην παρηγοριά της άλλης.
  Ο ‘‘Επιτάφιος’’ του Γιάννη Ρίτσου αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα φανερής μητρικής αγάπης. Μια μητέρα που χάνει τον γιο της, που χάνει ότι πολυτιμότερο στη ζωή. Η μητρική αγάπη πλέον έκδηλη παίρνει άλλη διάσταση, απόλυτα τραγική. Ο θρήνος, η θλίψη, η στεναχώρια και η απόγνωση είναι χαρακτηριστικά στοιχεία εκδήλωσης της αγάπης της για τον γιο της. Ακόμη, η ανάγκη της να έχει μια αίσθηση ελέγχου των καταστάσεων ή προβλεψιμότητα της ζωής την κάνει να κατηγορεί τον εαυτό της για τον χαμό του πολυαγαπημένου γιου της. Κι όταν η βαθιά θλίψη καταλαγιάσει, ζητά δικαιοσύνη. Επιζητά την τιμωρία των ενόχων, σαν ένα αντιστάθμισμα. Με το πέρασμα του χρόνου η απώλεια δημιουργεί έντονα συναισθήματα μοναξιάς. Κάθε σκέψη της μεταφράζεται στην φαινομενική όψη του νεκρού. Η συνεχόμενη παράκληση στον νεκρό επιτυγχάνεται με την χρήση των υποκοριστικών. Η αναδρομή στο παρελθόν, οι ρητορικές ερωτήσεις και ο καταθλιπτικός μονόλογος επισφραγίζουν την έννοια της μητρικής αγάπης και εντείνουν την τραγικότητα της μάνας. Οι ενοχές, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ωθούν την γυναίκα στην σκέψη του θανάτου, εφόσον κατά την γνώμη της δεν υπάρχει λόγος να ζει αφού δεν κρατά στην αγκαλιά της τον γιο της, είναι ο μοναδικός τρόπος να είναι μαζί. Ακόμα όμως και η λεπτομερής περιγραφή του γιου της όσον αφορά την εξωτερική του εμφάνιση δηλώνουν πως αγαπά τα πάντα σε αυτόν. Καθετί δικό του είναι η ζωή της. Κατά την γνώμη μου, θεωρώ πως η μάνα υπεραγαπά τον γιο της και εκδηλώνει την αγάπη της με τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω. Καθόλου υπερβολική θρηνεί το παιδί της, σκεπτόμενη μέχρι και το θάνατο. Κάποιοι ίσως να κατακρίνουν τα λεγόμενά της, όμως όποιος δεν έχει δικό του παιδί δεν νιώθει τον πόνο του χαμού του.
                Η αγάπη της μάνας είναι η μεγάλη, η ανιδιοτελής, η μοναδική αγάπη που ξεπερνά το εγώ, ξεχνά τον εαυτό της και προσφέρεται στο βωμό της θυσίας για το χατίρι των παιδιών της.



2. Ποιος ο ρόλος της μητέρας στην οικογένεια παλιότερα και ποιος είναι σήμερα; Ποιες αλλαγές έχουν επέλθει και γιατί;



Απάντηση:  Αλήθεια, υπάρχει τίποτε πιο αγνό, υπάρχει τίποτε δυνατότερο, πιο γλυκό και πιο όμορφο από την αγάπη της μάνας; Μάνα! Λέξη γλυκιά, λέξη τρυφερή, που κλείνει μέσα της ποτάμια καλοσύνης και υπομονής, που το άκουσμά της φέρνει ρίγη και ανατριχίλα συγκινήσεως σε κάθε ανθρώπινο πλάσμα. Η αγκαλιά της είναι το λιμάνι το ήρεμο, χωρίς κύματα και καταιγίδες, που κάθε βασανισμένος και κουρασμένος βρίσκει τη γαλήνη και την ηρεμία. Της οφείλουμε πολλά. Ο ρόλος της βέβαια μέσα στη οικογένεια παρουσιάζει αλλαγές σήμερα απ’ ό,τι παλιότερα.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΠΑΛΙΟΤΕΡΑ
Παλιότερα, η γυναίκα ήταν περιορισμένη να φροντίζει το σπίτι και τα παιδιά. Έπρεπε να φροντίζει την καθαριότητα του οίκου, να έχει την επιμέλεια των παιδιών και να φροντίσει να γίνουν φρόνιμοι πολίτες, ηθικές γυναίκες και δυναμικοί άνδρες. Η θέση της βρισκόταν στην οικογένεια κάτω από την κυριαρχία του άνδρα, χωρίς τη συμμετοχή στο δημόσιο βίο και χωρίς δικαιώματα στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και στη διεκδίκηση μιας θέσης στην κοινωνία πέρα από αυτή της συζύγου και της μητέρας. Στην οικογένεια, πέρα από την φροντίδα των μελών της, οι κύριες ασχολίες των γυναικών ήταν η επίβλεψη των υπηρετριών, να κατευθύνουν τις δραστηριότητες στο σπίτι, η εκπαίδευση των δούλων που δεν γνώριζαν να υφαίνουν, η εποπτεία της τροφού που θα αναλάμβανε να μεγαλώσει τα παιδιά τους, να ικανοποιούν τις απαιτήσεις των ανδρών τους χωρίς αντιρρήσεις και τέλος η ευθύνη για τα προϊόντα που θα έφταναν στο σπίτι. Κάποιες δούλευαν στα χωραφια (8ος αι). Κεφαλαιώδους σημασίας είναι ακόμη πως το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας το περνούσαν στο γυναικωνίτη, πλέκοντας στον αργαλειό (οι πλούσιες κυρίως). Οι μόνες τους έξοδοι σε δημόσια θέα ήταν σε μεγάλες θρησκευτικές γιορτές, σε γαμήλιες τελετές, σε κηδείες κ.α.
Ο ρόλος της μάνας ήταν να φροντίζει και να επιμελείται τα παιδιά της, να περνά τον περισσότερο χρόνο της βοήθώντας τα σε ό,τι την χρειάζονταν. Η ηθική της υποστήριξη ήταν τεράστια. Υποβαθμισμένες στις οικιακές ενασχολήσεις, παρέμεναν ανήλικες σε όλη τους τη ζωή, έχοντας την ανάγκη ενός κηδεμόνα. Ακόμη, η γυναίκα όφειλε να είναι απόλυτη πίστη στο σύζυγό της και μετά από ενδεχόμενη χηρεία έπρεπε να μείνει μόνη και όχι να ξαναπαντρευτεί. Ο ρόλος της γυναίκας, ήτανε συντονιστικός και συνδετικός,  ήτανε το σύμβολο αγάπης που έδενε την οικογένεια και συμπλήρωνε το ρόλο του άντρα. Συγκεκριμένα, η συζυγική σχέση δεν χαρακτηριζότανε από οικειότητα, αλλά συνδεότανε άμεσα με τη φροντίδα και την εξυπηρέτηση της γυναίκας προς το σύζυγο.  Κατά τα πρώτα έτη του γάμου,  η νύφη ήτανε υποχρεωμένη να υπακούει,  να υπηρετεί και να σέβεται απόλυτα την πεθερά,  έως ότου η νύφη απεδείκνυε ότι έχει ενταχθεί επάξια στην νέα οικογένεια και βέβαια μέχρι τη στιγμή της γέννησης του πρώτου παιδιού, που σηματοδοτούσε και την εξύψωση της γυναίκας. Παρόλη την υποταγή που παρουσίαζε απέναντι στο σύζυγο της, η συμβολή της ωστόσο στην επιβίωση της οικογένειας υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική. Όμως, δεν είχε τη δυνατότητα να εκφραστεί ελεύθερα και να πει αυτό που σκέφτεται. Τα όνειρα και οι ελπίδες της καταπιέζονταν στα εγώ των ανδρών, αφού μιλάμε για μια ανδροκρατούμενη κοινωνία. Η κοινότητα, περιέβαλλε τη γυναίκα με σεβασμό και εκτίμηση,  καθώς ο ρόλος της ήτανε απόλυτα εναρμονισμένος τόσο με τις δικές της ανάγκες, όσο και με τις ανάγκες του συνόλου. Η θέση της γυναίκας και το κύρος της στην παραδοσιακή οικογένεια βελτιωνότανε σημαντικά με τη γέννηση των παιδιών και την αύξηση της ηλικίας της. Όσο για τον έλεγχο της συμπεριφοράς τους, η πόλη είχε φροντίσει γι’ αυτό με τους γυναικονόμους, σώμα αρχόντων που τις επέβλεπε.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΣΗΜΕΡΑ
Ο ρόλος της μάνας στη οικογένεια άλλαξε σταδιακά με τρόπο αινιγματικό. Ο ρόλος της μητέρας στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα έχει αλλάξει με τα χρόνια χάρη στις επιστημονικές και τεχνολογικές καταστάσεις, στην ολοένα εκτεινόμενη εκβιομηχάνιση, στις συνακόλουθες αλλαγές στην οικονομική και κοινωνική δομή, αλλά και στη διάδοση νέων ιδεολογιών με αποτέλεσμα σήμερα η γυναίκα προβάλλει με όλο και περισσότερες αξιώσεις στο προσκήνιο του κοινωνικού γίγνεσθαι. Ο ρόλος της μητέρας στην οικογένεια γίνεται σήμερα όλο και δυσκολότερος. Η γυναίκα καλείται στην εποχή μας να εκπληρώνει στην οικογένεια τους ρόλους της εργαζόμενης, της μητέρας, της συζύγου και της νοικοκυράς. Οι υποχρεώσεις του κάθε ρόλου είναι μεγάλες. Το βάρος των ευθυνών που πέφτει στη γυναίκα είναι μεγαλύτερο από ότι στο σύζυγο της. Συνήθως, ο άντρας δεν έχει στον ίδιο βαθμό την ευθύνη για τα παιδιά, το νοικοκυριό και την καθημερινή φροντίδα ή συντήρηση της οικογένειας. Άλλοτε έρχονται μόνο οι μητέρες να αντιμετωπίσουν όλα τα προβλήματα των παιδιών τους, για παράδειγμα τα προβλήματα υγείας, με τρεχάματα σε γιατρούς και νοσοκομεία. Αυτό είναι πολύ κοπιαστικό και εξαντλεί τις δυνάμεις. Αναπόφευκτα, ο βασικός ρόλος της γυναίκας είναι ο βιολογικός, διότι αυτή θα κυοφορήσει, θα γεννήσει και θα φροντίσει τις πρώτες βιολογικές ανάγκες του παιδιού. Όχι μόνο να υφαίνει στα σπλάγχνα της τη ζωή,  αλλά να πρωταγωνιστεί σε έναν ακόμη ευγενέστερο ρόλο. Ένας πραγματικά υψηλός ρόλος, που για να πετύχει έχει ανάγκη σοβαρής επένδυσης σε χρόνο και κόπο. H ενασχόληση με τα παιδιά αποτελεί την καλύτερη επένδυση για το μέλλον τους. Aνάλογα με το ποια ατμόσφαιρα θέλει να επικρατεί μέσα στο σπίτι και το πώς επιθυμεί να θυμούνται τα παιδιά τα χρόνια της παιδικής ανεμελιάς, οφείλει να υιοθετήσει μια ισορροπημένη στάση σωστής κατανομής της ενέργειάς της. O ρόλος της μητέρας είναι εκείνου που μειώνει τις τριβές και αυξάνει τη διάθεση για δημιουργική ενασχόληση. Αυτό σημαίνει ότι η σημερινή μάνα με υπευθυνότητα και σύνεση  αντιμετωπίζει τα προβλήματα αγωγής που παρουσιάζονται στις διάφορες περιόδους ανάπτυξης του παιδιού, εφαρμόζοντας κοινή πορεία διαπαιδαγώγησης μετά από ουσιαστικό διάλογο. Έτσι, λοιπόν, η μητέρα δίνει στο παιδί τα κατάλληλα ερεθίσματα και τις ευνοϊκές εκείνες συνθήκες που είναι απαραίτητες για να μπορέσει να προσαρμοστεί στο κοινωνικό περιβάλλον. Nα θρησκεύει. Nα πειθαρχεί. Nα σκέπτεται. Nα εργάζεται. Nα κατανοεί. N’ αγαπά. Nα συνεργάζεται. Nα εκτιμά. Nα υπομένει. Nα επιμένει. Nα ελπίζει. Nα σχεδιάζει. Nα ονειρεύεται. Nα έχει ιδανικά και οράματα. Kαι να μαθαίνει ασφαλώς αυτά, όταν τα διδάσκεται και τα βλέπει στην πράξη.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ ΣΗΜΕΡΑ
Παράλληλα με τον ρόλο της μητέρας ακολουθεί ο ρόλος της αφοσιωμένης συζύγου. Οι γυναίκες δεν είναι πλέον τόσο καταπιεσμένες με αποτέλεσμα να περνάνε καλύτερα μέσα στο γάμο. H σύγχρονη γυναίκα, «δασκαλεμένη» από την εμπειρία της μητέρας της, οφείλει να αντεπεξέρχεται επιτυχώς και στη «φροντίδα» του συζύγου, δηλαδή η γυναίκα συμπαραστέκεται και ενισχύει ηθικά και υλικά τον άνδρα της, αφού έχει τις ικανότητες, τις γνώσεις, τις εμπειρίες και τη βούληση να κατανοεί τις ανάγκες και τα προβλήματα της οικογενείας και του συζύγου της. Έτσι,  μπορεί η γυναίκα να ηρεμεί τον άνδρα,  να τον ανισχύει,  μπορεί να του ξυπνήσει μια δύναμη μέσα του που ο ίδιος αγνοεί.  Μπορεί γονατισμένο να τον σηκώσει, κι απελπισμένο να του ενισχύσει το φρόνημα· γιατί ξέρει να παρηγορεί, να θάλπει,  να διακονεί,  να δίνει χαμόγελο ελπίδας,  να απαλύνει τον πόνο.  Ο σοφός συγγραφέας του βιβλίου των Παροιμιών ταυτίζει την επίγεια ευδαιμονία και ευτυχία του άνδρα με την αγαθή, την ανδρεία συμβία. «Γυνή ευχάριστος εγείρει ανδρί δόξαν»  επισημαίνει και «γυνή ανδρεία στέφανος τω ανδρί αυτής». Ενδιαφέρεται για την ισορροπημένη διατροφή του, την καλή ψυχική και σωματική του υγεία,  συζητάει τους προβληματισμούς του, καθησυχάζει τις δικαιολογημένες ή μη ανησυχίες του. Eπίσης τονώνει την αυτοπεποίθησή του, ακούει τα σχέδιά του, καταλαβαίνει (ή ακόμη μαντεύει) τις επιθυμίες του. Έτσι μπορεί να τιθασεύσει τις εξάρσεις του και να διατηρήσει τη γαλήνη και την ισορροπία ολόκληρης της οικογένειας. Παράλληλα, έχει  χρόνο να φροντίσει τον εαυτό τους, να ασχοληθεί με διάφορες δραστηριότητες πέρα από αυτές του σπιτιού και της οικογένειας. Εκφράζει ελεύθερα την άποψή της και πλέον λαμβλανει ισότιμη θέση με αυτή του άνδρα. Ο λόγος της έχει ισχύ!
Μετά το 1960 η ταχύτατη οικονομική ανάπτυξη στις δυτικές χώρες συντελεί στη διεύρυνση των δυνατοτήτων συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας. Έτσι, οι σημερινές βιοτικές και κοινωνικές ανάγκες θέλουν ως επί το πλείστον τη γυναίκα εργαζόμενη. Δεν είναι μόνο οι οικονομικές απαιτήσεις που στέλνουν μια γυναίκα στην επαγγελματική αρένα, αλλά και το ότι η προσωπική επιτυχία και χειραφέτηση είναι στις μέρες μας συνυφασμένες με την επαγγελματική σταδιοδρομία. Άλλες γυναίκες εργάζονται για να συμπληρώσουν το εισόδημα της οικογένειας, άλλες πάλι για να διατηρήσουν μια αίσθηση ανεξαρτησίας ασχέτως με τις οικονομικές δυνατότητες του συζύγου τους. Άλλες γυναίκες θα κυνηγήσουν μια καριέρα ως συνέχιση της ακαδημαϊκής τους πορείας και θα βρουν σε αυτήν νόημα και δημιουργική διέξοδο. Και κάποιες θα εργαστούν για να γεμίσουν τις ώρες τους παραγωγικά.
Σε κάθε όμως περίτωση η γυναίκα δεν πρέπει να ξεχνά και να παραμελεί τις υποχρεώσεις της ως μητέρα.

3.      Να βρείτε έργα τέχνης που αναφέρονται στην μητρική αγάπη.




Είναι η αγνή μορφή, η ανιδιοτελής ύπαρξη, που σαν άγγελος καλός στέκεται δίπλα μας και προσέχει κάθε μας βήμα και προλαβαίνει κάθε κακό. Κούραση, φροντίδες, ξενύχτια παρέχονται χωρίς φειδώ, με ανεξάντλητη στοργή και απέραντη αφοσίωση. Το ωραιότερο και σημαντικότερο για την ανθρωπότητα στοιχείο είναι η οικογένεια και μέσα σ' αυτήν την πρώτη θέση κατέχει η μάνα. Αυτή είναι η ψυχή της οικογένειας. Η μητέρα δημιουργεί ανθρώπους. Είναι πλάστης ψυχών και σωμάτων. Είναι μεγάλος ο ρόλος της μάνας και υπέροχη η αποστολή της. Έχει μία δύναμη τεράστια και αναντικατάστατη. Είναι ο πρωταγωνιστής στον ευγενέστερο και δυσχερέστερο ρόλο της ανατροφής των παιδιών. Είναι το παν, γιατί συνειδητά, μα και ασυνείδητα, διαπλάθει και μορφοποιεί τα χαρακτηριστικά του παιδιού της. Να είσαι μητέρα σημαίνει την πιο μεγάλη χαρά της ζωής, αλλά και την πιο μεγάλη ευθύνη απέναντι στη ζωή. Η μητέρα είναι ο συμπαραστάτης, ο βοηθός, ο οδηγητής και ο σύμβουλος, η ελπίδα και η παρηγοριά. Είναι μια έννοια χωρίς εθνικότητα, είναι μια λέξη χωρίς χρονολογία. Είναι ένα πανανθρώπινο σύμβολο. Στην αφανή ηρωίδα της μητρότητας έχει καθιερωθεί η δεύτερη Κυριακή του Μαΐου ως παγκόσμια ημέρα της εορτής της. Είναι ο φόρος τιμής και η ένδειξη της ευγνωμοσύνης ολόκληρης της ανθρωπότητας στο έργο της και αποστολή της, είναι η αναγνώριση των θυσιών, η επιβεβαίωση της προσφοράς της και το μεγάλο ευχαριστώ που η κοινωνία προσφέρει στο πιο αγαπημένο και το πιο σεβαστό πλάσμα, τη Μητέρα. Από το στήθος της, της μητέρας – μάνας, κρύβεται το μεγαλείο της ζωής. Όσα κάνει η μάνα δεν τα κάνει από υποχρέωση, καθήκον ή λογική, αλλά έρχονται από το βάθος της καρδιάς της. Αυτό θα πει μητρική αγάπη.
Έτσι λοιπόν την αφορμή για την τέχνη αποτέλεσε και η μάνα και η μητρική αγάπη. Άλλωστε δεν είναι λίγα τα στοιχεία πολιτισμικής κληρονομιάς που έχουμε. Τραγούδια, ποιήματα, πεζά κείμενα, γλυπτά, ταινίες, πίνακες και πολλά ακόμη. Μερικά από αυτά παρουσιάζονται παρακάτω.








ΠΕΡΛ ΜΠΑΚ [ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ]
Η μάνα 



         Στο απόσπασμα από το μυθιστόρημα Η μάνα (1934) της Αμερικανίδας Περλ Μπακ περιγράφονται η καθημερινή ζωή και οι ασχολίες μιας μητέρας που συντηρεί με την αδιάκοπη εργασία και τη σταθερή αφοσίωσή της τη φτωχή αγροτική της οικογένεια. Η ιστορία εκτυλίσσεται στην Κίνα των αρχών του εικοστού αιώνα και επικεντρώνεται στη μορφή της μητέρας, η οποία, πρότυπο αγάπης, κατανόησης και προσφοράς, στηρίζει την παραδοσιακή πατριαρχική οικογένεια.
 Έχει καμιά διαφορά η μια μέρα από την άλλη κάτω από τον ουρανό για μια μάνα;  To πρωί η μάνα ξύπνησε και σηκώθηκε πριν ακόμα χαράξει η αυγή, κι ενώ οι άλλοι κοιμόντουσαν ακόμα, άνοιξε την πόρτα, έβγαλε τα πουλερικά* και το γουρούνι, πήγε το νεροβούβαλο μέσα στο μαντρί, και καθάρισε όσες βρομιές είχαν κάνει τη νύχτα, τις μάζεψε και τις έκανε ένα σωρό, σε μια γωνιά του μαντριού. Ενώ οι άλλοι ήταν ακόμη ξαπλωμένοι, πήγε στην κουζίνα, άναψε τη φωτιά και έβρασε το νερό για να πιούνε ο άντρας και η γριά όταν σηκώνονταν, και λίγο από αυτό το έριξε σε μια ξύλινη λεκάνη για να δροσίσει λίγο και να μπορέσει να πλύνει τα μάτια του κοριτσιού.
         Κάθε πρωί τα μάτια του κοριτσιού ήταν σφιχτά κλεισμένα και δεν μπορούσε να δει καθόλου ώσπου να του τα πλύνει. Στην αρχή το παιδί φοβόταν, όπως και η μάνα, αλλά η γριά σφύριξε:*
         «Έτσι ήμουνα κι εγώ, σαν ήμουνα μικρή, μα δεν πέθανα!».
         Τώρα το είχαν συνηθίσει και ήξεραν ότι δε σήμαινε τίποτε έξω από το ότι κάμποσα παιδιά ήταν έτσι κι ότι δεν πέθαναν από αυτό. Μόλις που είχε ρίξει νερό στη λεκάνη, όταν πρόβαλαν τα παιδιά, το αγόρι κρατώντας το κορίτσι από το χέρι. Είχαν βγει συρτά από το κρεβάτι χωρίς να κάνουν θόρυβο, χωρίς να ξυπνήσουν τον άντρα που έτρεμαν το θυμό του, γιατί παρ' όλους τους καλούς και κεφάτους τρόπους που είχε, όταν ήθελε να είναι κεφάτος και καλός, ο άντρας ήταν ικανός να θυμώσει και να ταξυλοφορτώσει* άγρια αν τον ξυπνούσαν πριν από την ώρα του. Τα δυο τους στέκονταν βουβά στην πόρτα κοιτάζοντας τη μάνα και το αγόρι ανοιγόκλεινε τα μάτια του και χασμουριόταν, αλλά το κοριτσάκι καθόταν υπομονετικά περιμένοντας, με τα μάτια σχεδόν κατάκλειστα. Ύστερα η μάνα σηκώθηκε βιαστικά και παίρνοντας την γκρίζα πετσέτα που ήταν κρεμασμένη σ' έναν ξύλινο γάντζο, βούτηξε τη μια της άκρη στη λεκάνη και σιγά σιγά καθάρισε τα μάτια του κοριτσιού. Το παιδί κλαψούρισε, χωρίς να βγάζει ήχο από το στόμα του, μόνο με την ανάσα του, και η μάνα αναλογίστηκε, όπως κάθε πρωί:
         «Δεν πρέπει λοιπόν να ξεχάσω την αλοιφή για τα μάτια αυτού του παιδιού. Κάποτε πρέπει να φροντίσω και γι' αυτό. Αν δεν το ξεχάσω όταν πουληθεί το φορτίο με το άχυρο του ρυζιού, την άλλη φορά, θα του πω να πάει σ' ένα μαγαζί με φάρμακα - υπάρχει κάποιο κοντά στην πύλη στα δεξιά, κατηφορίζοντας σ' ένα μικρό δρομάκι».

 Ενώ το σκεφτόταν αυτό, ο άντρας πρόβαλε στην πόρτα φορώντας τα ρούχα του. Χασμουρήθηκε δυνατά κι ύστερα έξυσε το κεφάλι του. Εκείνη είπε φωναχτά τη σκέψη της:
         «Όταν θα πας να πουλήσεις αυτό το δεμάτι με το άχυρο του ρυζιού, να πας και σε κείνο το μαγαζί που είναι κοντά στην Πύλη του Νερού και να ζητήσεις καμιά αλοιφή ή κανένα άλλο φάρμακο για πονεμένα μάτια σαν και τούτα».
         Όμως ο άντρας ήταν ακόμα βαρύς από τον ύπνο κι απάντησε θυμωμένα:
         «Και γιατί να ξοδέψουμε από το λίγο έχει μας για πονεμένα μάτια, αφού δε θα πεθάνει ποτέ από δαύτα.* Είχα κι εγώ πονεμένα μάτια όταν ήμουνα μικρός κι ο πατέρας μου ποτέ του δεν ξόδεψε τα λεφτά του για μένα, μόλο που* ήμουνα ο μοναδικός γιος που του είχε απομείνει».
        H μάνα, καταλαβαίνοντας πως δεν ήταν κατάλληλη η στιγμή για να μιλήσει, δεν είπε τίποτε παραπάνω και πήγε να του βάλει το νερό του. Ήταν όμως κάπως θυμωμένη και δεν του το έδωσε στο χέρι, αλλά το άφησε στο τραπέζι για να το πάρει μόνος του, αλλά δεν είπε τίποτα και ξέχασε την υπόθεση, για την ώρα. H αλήθεια ήταν ότι πολλά παιδιά είχαν πονεμένα μάτια, και γίνονταν καλά όταν μεγάλωναν, όπως και ο άντρας, που, μόλο που τα μάτια του είχαν κάτι σημάδια γύρω από τα βλέφαρα, που φαίνονταν, αν τα κοίταζε κανένας κατά πρόσωπο, έβλεπε καλά όταν δεν ήταν πολύ μικρό εκείνο που περιεργαζόταν. Δεν ήταν όμως από κείνους τους μορφωμένους που ζούνε με τα βιβλία και πρέπει να βλέπουνε καλά, κι έτσι αυτό δεν είχε σημασία.
         Ξάφνου η γριά αναταράχτηκε και φώναξε αδύναμα, και η μάνα τής έφερε ένα κύπελλο με ζεστό νερό, της το έδωσε να το πιει πριν σηκωθεί, και η γριά το ρούφηξε με θόρυβο και ρεύτηκε όλα τα κακά αέρια που έρχονταν από το άδειο στομάχι της, βόγκηξε λίγο και παραπονέθηκε για την ηλικία της, που την έκανε να νιώθει αδύναμη τα πρωινά.
         H μάνα γύρισε στην κουζίνα κι άρχισε να ετοιμάζει το πρωινό, και τα παιδιά κάθισαν κοντά της πάνω στο χώμα περιμένοντας κουβαριασμένα γιατί το πρωί ήταν κρύο. Το αγόρι σηκώθηκε στο τέλος και πήγε κοντά στη μάνα του που τάιζε τη φωτιά, αλλά το κορίτσι έμεινε μόνο του. Ξαφνικά ο ήλιος πρόβαλε πάνω από τους ανατολικούς λόφους και το φως ξεχύθηκε σε μεγάλες φωτεινές αχτίνες, που έπεσαν πάνω στα μάτια του παιδιού κι εκείνο τα έκλεισε αμέσως. Άλλοτε θα έκλαιγε, αλλά τώρα πήρε μόνο μια βαθιά ανάσα, όπως θα έκανε ένας μεγάλος, και κάθισε φρόνιμο με τα βλέφαρα σφιχτά κλεισμένα και δεν κουνήθηκε καθόλου μέχρι που ένιωσε τη μάνα του να του βάζει μπροστά του μια γαβάθα* με φαγητό.
         Ναι, είναι αλήθεια ότι όλες οι μέρες ήταν όμοιες για τη μάνα, αλλά ποτέ της δεν τις βρήκε στενόχωρες ή πληκτικές κι ήταν αρκετά ευχαριστημένη με το πέρασμά τους. Αν κανένας τη ρωτούσε, θ' άνοιγε διάπλατα εκείνα τα φωτεινά της μάτια και θα έλεγε: «Μα η γης αλλάζει από τη σπορά μέχρι τη συγκομιδή κι έπειτα είναι και το ωρίμασμα της σοδειάς από τη γη μας, και η πληρωμή των σπόρων στον ιδιοκτήτη για τη γη που νοικιάζουμε, κι είναι και οι γιορτές και οι σχόλες και η Πρωτοχρονιά, ναι, ακόμα και τα παιδιά αλλάζουν και μεγαλώνουν, και βρίσκω απασχόληση φτιάχνοντας κι άλλα, και για μένα δεν υπάρχει τίποτα που να μην αλλάζει και όλα αλλάζουν αρκετά για να με κάνουν να δουλεύω από την αυγή ώσπου να πέσει το σκοτάδι, τ' ορκίζομαι».
         Όταν της περίσσευε λίγος χρόνος, υπήρχαν άλλες γυναίκες στο χωριουδάκι, αυτή που ήταν να γεννήσει κι εκείνη που θρηνούσε ένα παιδί που είχε χάσει, ή μια άλλη που είχε κάποιο σχέδιο να κεντήσει ένα λουλούδι πάνω σε παπούτσι ή κανένα καινούριο τρόπο για να κοπεί ένα πανωφόρι. Ήταν και μέρες που πήγαινε στην πόλη για να πουλήσει σπόρο ή λάχανα μαζί με τον άντρα της, κι εκεί στην πόλη μπορούσες να δεις περίεργα πράγματα και να τα σκεφθείς, αν βέβαια περίσσευε χρόνος για σκέψη. Αλλά η αλήθεια ήταν ότι αυτή η γυναίκα ήταν από κείνες που μπορούσαν να ζουν ικανοποιημένες με τον άντρα και τα παιδιά χωρίς να σκέφτονται τίποτε άλλο. Εκείνης της έφτανε να γνωρίζει συχνά όλο τον πόθο του άντρα, να πιάνει παιδί μ' αυτόν, να ξέρει ότι μια ζωή μεγαλώνει μέσα στο ίδιο της το κορμί, να νιώθει αυτή την καινούρια σάρκα να παίρνει μορφή και να μεγαλώνει, να γεννάει και να νιώθει τα μωρουδίστικα χείλια να πίνουν από το στήθος της. Της έφτανε να ξυπνάει με το χάραμα, να ταΐζει την οικογένειά της, να ταΐζει τα ζώα, να σπέρνει τη γης και να μαζεύει τον καρπό της, να τραβάει νερό από το πηγάδι για να πιουν, να περνάει μέρες ολάκερες στους λόφους συνάζοντας αγριόχορτα και να νιώθει τον ήλιο και τον άνεμο πάνω της. Χαιρόταν όλη τη ζωή της, τη γέννα, τη δουλειά στα χωράφια, τον ύπνο, το φαγητό και το νερό που έπινε, το σκούπισμα και το συγύρισμα του σπιτιού, τα καλά λόγια από τις γυναίκες του χωριού που την παίνευαν για την προκοπή και για το ράψιμό της. Ακόμα και ο τσακωμός με τον άντρα της ήταν καλός και δυνάμωνε το πάθος που ένιωθε ο ένας για τον άλλο. Έτσι ξυπνούσε κεφάτη κάθε πρωί.
         Αυτή τη μέρα, αφού έφαγε ο άντρας, κι αφού στέναξε, πήρε το σκαλιστήρι* του και ξεκίνησε κάπως άκεφα, όπως το συνήθιζε πάντα, για το χωράφι, κι εκείνη καθάρισε τις γαβάθες, έβαλε τη γριά να καθίσει στον ήλιο, κάτω από τη ζεστασιά του, και πρόσταξε τα παιδιά να μην παίζουν κοντά στη γούρνα.* Ύστερα πήρε το σκαλιστήρι της και ξεκίνησε κι εκείνη σταματώντας μια δυο φορές για να κοιτάξει πίσω της. H αδύναμη φωνή της γριάς μόλις που ακουγόταν και η μάνα χαμογέλασε και συνέχισε το δρόμο της. Το μόνο που μπορούσε να κάνει η γριά ήταν να προσέχει την πόρτα και το έκανε με περηφάνια. Μόλο που ήταν γριά και μισότυφλη, μπορούσε να διακρίνει αν πλησίαζε κανένας που δεν έπρεπε και θα έμπηγε αμέσως τις φωνές. Ήταν ενοχλητική γριά και οι ενοχλητικοί γέροι είναι χειρότεροι κι από τα παιδιά, γιατί δεν μπορείς να τους χαστουκίσεις όπως τα παιδιά. Κι όμως, όταν η γυναίκα του ξαδέρφου είπε κάποτε: «Θα είναι πολύ καλό για σένα να πεθάνει αυτό το γέρικο πράμα, που είναι τόσο γερασμένο και στραβό, κι όλο πόνους και γκρίνια για το φαγητό», η μάνα είχε απαντήσει με τον ήρεμο τρόπο που έπαιρνε όταν ένιωθε κάποτε κρυφή στοργή: «Ναι, αλλά είναι πολύ χρήσιμη ακόμα, για να μας φυλάει την πόρτα, κι ελπίζω ότι θα ζήσει μέχρι που να μεγαλώσει λίγο το κορίτσι».
         Ναι, η μάνα ποτέ της δεν μπορούσε να κάνει την καρδιά της να σκληρύνει απέναντι σε μια γριά σαν κι εκείνη. Είχε ακούσει για γυναίκες που περηφανεύονταν ότι είχαν κηρύξει τον πόλεμο στα σπίτια τους ενάντια στις πεθερές τους και πως δεν μπορούσαν να ανεχτούνε τον κακό τους τρόπο. Όμως σ' αυτή τη νεαρή μάνα, η γριά φαινότανε σαν να ήτανε ένα ακόμα παιδί της, ολότελα ξεμωραμένο,* που ήθελε τούτο και το άλλο, όπως τα παιδιά. Έτσι καμιά φορά τής φαινόταν κουραστικό να τρέχει εδώ κι εκεί πάνω στους λόφους την άνοιξη, ψάχνοντας να βρει ένα χόρτο που πολύ το 'χε πεθυμήσει η δύστυχη γριά, όμως, όταν έφτασε κάποιο καλοκαίρι κι έπεσε βαριά διάρροια στο χωριό, τόσο βαριά που πέθαναν δυο ολόγεροι άντρες, μερικές γυναίκες και πολλά μικρά παιδιά, και η γριά ήταν του θανατά, ή τουλάχιστον έτσι τους φαινόταν, αγόρασαν το καλύτερο φέρετρο που μπόρεσαν να βρουν και το ετοίμασαν. Η γριά όμως δεν πέθανε και η νεαρή μάνα ένιωσε αληθινή χαρά όταν την είδε πως γαντζώθηκε στη ζωή και κατάφερε να ζήσει. Ναι, μόλο που η σκληρόπετση* γριά είχε λιώσει δυο νεκρικά φορέματα, η μάνα ήταν ευτυχισμένη που ζούσε ακόμα. Όλο το χωριό το είχε για αστείο το πώς κρεμόταν στη ζωή. Το κόκκινο ρούχο που είχε φτιάξει η μάνα για να τη θάψει, το φορούσε κάτω από το γαλάζιο, όπως ήταν έθιμο σ' εκείνα τα μέρη, μέχρι που να λιώσει και να πεταχτεί και η γριά ανυπομονούσε και δεν αισθανότανε καλά ώσπου η μάνα τής ετοίμασε καινούριο. Και τώρα, φορούσε αυτό το δεύτερο χαρούμενη κι αν κανένας τής φώναζε: «Ακόμα εδώ είσαι, γριούλα;», απαντούσε κεφάτα: «Ναι, εδώ είμαι και φοράω τα καλά μου νεκρικά φορέματα. Εκείνα λιώνουν, εγώ ζω. Τα λιώνω και ούτε που ξέρω πόσα θα λιώσω ακόμα».
         Και η γριά γελούσε καθώς σκεφτόταν πόσο όμορφο αστείο ήταν που ζούσε και που δεν έλεγε να πεθάνει.
         Τώρα, κοιτάζοντας πίσω, η μάνα χαμογέλασε κι άκουσε τη φωνή της γριάς: «Ησύχασε, καλή μου κόρη — εγώ είμαι εδώ και φυλάω την πόρτα».
         Ναι, θα της λείψει πολύ όταν θα πεθάνει αυτή η γέρικη ψυχή. Αλλά τι σημασία έχει που θα της λείψει; Η ζωή ερχόταν κι έφευγε την ορισμένη ώρα και δεν μπορείς να ελπίζεις πως θα ξεφύγεις από την ώρα σου. Κι έτσι η μάνα συνέχισε ήσυχη το δρόμο της
















.



ΧΑΡΟΚΑΜΕΝΗ ΜΑΝΑ

Πριν από λίγα χρόνια
πίστευα πως η ζωή είναι αιώνια.
Μια μέρα όμως θλιβερή
ο θάνατος μου πήρε το παιδί.

Τον γιο μου, τον θησαυρό μου
τον λατρεμένο μοναχογιό μου.
Στα μαύρα γρήγορα ντύθηκα
κι έκατσα κι αντίκρισα
για τελευταία φορά
του γιου μου την ομορφιά


Η ζωή δεν μου συμπεριφέρθηκε σωστά
αφού μου πήρε την καρδιά.
Τώρα ο γιος μου από ψηλά
κάθεται και με κοιτά.
Μου χαϊδεύει τα μαλλιά
και μου κάνει συντροφιά.

Κάθε νύχτα σκοτεινή
του ονείρου μου πρωταγωνιστής
Μου δίνει δύναμη αρκετή
ψυθυρίζοντας στ’ αυτί
Λόγια τρυφερά
λέγοντας πως μ’αγαπά!
                                                                        Ο θάνατος με σκότωσε, μα από τον γιο μου δεν με ΧΩΡΙΣΕ!!!
Βλαχοδήμου Ιωάννα, Αγρίνιο






What I Would Do For You

© Jayne Sena

I would do just about anything you'd ask,
For you there's nothing I wouldn't do, there's no such task.

I would walk without my shoes to the end of the Earth,
I would give up anything I had to, to teach you self worth.

I would hold your hand every minute of every day,
But I won't because I know you need to find your own way.

I would surely bear the heartache of your first love that's real,
Even though I can't, I will naturally feel as you feel.

I would sell my soul if it would keep you happy forever,
I would give my right arm to keep us forever together.

I would run a hundred miles up-hill in the rain,
Just to guarantee that you will never feel pain.

I would laugh with you even if I was sad,
I will give you a smile even if I'm mad.

I can only accept your mistakes with a grin on my face,
I will guide you in correcting them, but at your own pace.

I will guide you through life, as this world can get quite wild,
Just don't you ever forget that you will always be my child.

Τι θα έκανα για σένα

Θα έκανα απλά ότι και αν μου ζητούσες,
Για σένα δεν υπάρχει τίποτα που δεν θα το έκανα, δεν υπάρχει τέτοιο θέμα.

Θα περπατούσα χωρίς τα παπούτσια μου έως την άκρη της Γης,
Θα εγκατέλειπα ότι χρειαζόταν, για να σου διδάξω την αυτοεκτίμηση.

Θα σου κρατούσα το χέρι κάθε λεπτό της κάθε ημέρας,
Αλλά δεν θα το έκανα γιατί ξερω ότι πρέπει να βρεις τον δικό σου δρόμο.

Θα άντεχα τον πόνο που θα ένιωθες στην πρώτη σου αληθινή αγάπη,
Αν και δεν μπορώ, θα νιώσω όπως ακριβώς νιώθεις και εσύ.

Θα πουλούσα την ψυχή μου εάν αυτό θα μπορούσε να σε κρατήσει για πάντα χαρούμενο,
Θα έδινα το δεξί μου χέρι για να μας κρατήσω για πάντα μαζί.

Θα έτρεχα εκατοντάδες μίλια ανηφορικός μέσα στην βροχή,
Μόνο και μόνο για να σιγουρευτώ ότι ποτέ δεν θα νιώσεις πόνο.

Θα γελούσα μαζί σου ακόμα και αν ήμουν λυπημένη,
Θα σου χαμογελασω ακόμα και αν είμαι θυμωμένη.

Μπορώ μόνο να δεχθώ τα λάθη σου με μία γκριμάτσα στο πρόσωπό μου,
Θα σε καθοδηγήσω στο πως να τα διορθώσεις, αλλά με τον δικό σου ρυθμό.

Θα σε καθοδηγήσω δια μέσου της ζωής, διότι αυτός ο κόσμος μπορεί να γίνει πολύ άγριος,
Απλά ποτέ μην ξεχάσεις ότι πάντοτε θα είσαι το παιδί μου.


(Μετάφραση: Καμπάση Τζέσικα)




My Child

© Heather J. McDaniel

My child you do not need to shed a tear.
My child you have nothing to fear.
My child I am always near.
My child is my darling dear.
My child only has love to give.
My child only knows how to forgive.
My child never fusses or puts up a fight.
My child loves me with all of her might.
My child does the best she can do.
My child my love for you is true.

Το παιδί μου

Παιδί μου δεν χρεάζεται να χύσεις ούτε ένα δάκρυ.
Παιδί μου δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς.
Παιδί μου έιμαι πάντοτε δίπλα σου.
Το παδί μου είναι η αγαπητή μου αγάπη.
Το παιδί μου μόνο αγάπη έχει να δώσει.
Το παιδί μου μόνο ξέρει πως να συγχωρεί.
Το παιδί μου δεν ξεκινάει ποτέ έναν καυγά.
Το παιδί μου με αγαπά με όλα του τα ίσως.
Το παιδί μου κάνει ότι καλύτερο μπορεί.
Παιδί μου η αγάπη σου για σένα είναι αληθινή.

(Μετάφραση: Καμπάση Τζέσικα)



ΤΑΙΝΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΜΗΤΡΙΚΗ ΑΓΑΠΗ

Πρωτότυπος Τίτλος: ΘΥΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ
Χρονιά Παραγωγής: 1956
Σκηνοθέτης: ΑΛΙΦΕΡΗΣ ΤΖΑΝΗΣ
Είδος: ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ, ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ
Σενάριο: ΤΣΑΠΑΡΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ
Σενάριο Αρχική Πηγή: ΜΠΟΥΚΟΥΒΑΛΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΑ "Η ΘΥΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ" (ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ)
Δ/ντής Φωτογραφίας: ΑΛΙΦΕΡΗΣ ΤΖΑΝΗΣ
Μουσική Σύνθεση: ΚΟΥΝΑΔΗΣ ΑΡΓΥΡΗΣ             
Σύνοψη της υπόθεσης:
Μια μητέρα (Ελένη Χατζηαργύρη), προκειμένου να προστατεύσει την τιμή της κόρη της (Σμαρούλα Γιούλη), παρουσιάζει σαν δικό της το νόθο παιδί που γέννησε η κοπέλα. Η πράξη της όμως αυτή έχει τραγικές συνέπειες, τόσο για την υπόληψη της μάνας, όσο και για την οικογενειακή της ευτυχία.
Βοηθ. Σκηνοθέτη: ΞΕΠΑΠΑΔΑΚΟΣ ΝΙΚΟΣ
Βοηθ. Δ/ντή Φωτογραφίας: ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΩΤΗΡΗΣ
Ηθοποιοί:
ΧΑΤΖΗΑΡΓΥΡΗ ΕΛΕΝΗ, ΓΙΟΥΛΗ ΣΜΑΡΟΥΛΑ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΚΗΣ ΑΛΕΚΟΣ, ΜΟΡΙΔΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ, ΤΖΕΝΕΡΑΛΗΣ ΘΑΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΙΔΗΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ ΗΛΙΑΣ, ΠΑΤΡΙΚΟΥ ΛΕΛΑ, ΠΡΙΝΕΑ ΜΑΡΙΑ, ΡΩΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ, ΧΑΝΤΑΣ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ, ΜΠΕΡΛΕΝ ΝΙΤΣΑ, ΦΙΝΤΑΚΗ ΛΟΛΟΤΑ, ΠΑΛΛΗΚΑΡΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΟΝΥΣΗΣ, ΒΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΜΠΕΜΠΑ.
Δυο μάνες στο σταυρό του πόνου
Είδος Ταινίας: Δραματική
Πρωταγωνιστούν: Αντιγόνη Βαλάκου, Μπεάτα Ασημακοπούλου, Θανάσης Μυλωνάς, Μιράντα Μυράτ, Θόδωρος Μορίδης, Φραγκίσκος Μανέλλης, Δημήτρης Νικολαΐδης, Βασίλης Καΐλας, Άγγελος Μαυρόπουλος, Σταύρος Φαρμάκης, Μιχάλης Βασιλείου
Έτος Παραγωγής: 1962 

                                                    
Σκηνοθεσία: Ορέστης Λάσκος
Σενάριο: Νέστορας Μάτσας, Κώστας Ασημακόπουλος
Μουσική: Γιώργος Μαλλίδης
Διάρκεια: 90 λεπτά
Υπόθεση: Μια πολύ φτωχή μητέρα υποχρεώνεται να δώσει το κοριτσάκι της για υιοθεσία. Πολλά χρόνια αργότερα, και έχοντας μετανιώσει για την πράξη της, προσπαθεί να το πάρει πίσω από τη θετή του μητέρα, η οποία επίσης υπεραγαπάει την κοπέλα, τη νιώθει σαν φυσικό της παιδί και δεν θέλει να τη δώσει πίσω.
Θύελλα σε μητρική καρδιά


Η ταινία Θύελλα σε μητρική καρδιά (Αγγλικός τίτλος Mildred Pierce) είναι ταινία φιλμ νουάρ, παραγωγής 1945 σε σκηνοθεσία Μάικλ Κερτίζ, με πρωταγωνίστρια τη Τζόαν Κρόφορντ. Ήταν η πρώτη ταινία της Κρόφορντ αφότου άφησε την εταιρία παραγωγής Metro-Goldwyn-Mayer και η ταινία που της χάρισε το όσκαρ Α' γυναικείου ρόλου. Η ταινία βασίζεται στο αστυνομικό μυθιστόρημα του Τζέιμς Μ. Κέιν με τίτλο Μίλντρεντ Πιρς και τη διασκευή του σεναρίου έκαναν οι Ράναλντ Μακ Ντούγκαλ, Γουίλιαμ Φόκνερ και Κάθριν Τέρνεϊ, ενώ στην παραγωγός της ταινίας ήταν ο Τζέρι Γουόλντ. Η ταινία προτάθηκε για έξι βραβεία όσκαρ.
Δε μ' αγαπάς. Μ' αγαπάς
Τα παράξενα της μητρικής αγάπης: Τα γράμματα της Μαργαρίτας Λυμπεράκη στην κόρη της Μαργαρίτα Καραπάνου   


Συγγραφέας: Λυμπεράκη Μαργαρίτα
Επιμελητής: Τσαλίκογλου Φωτεινή
Σειρά: Μαρτυρίες
"Δυο πράγματα έχω σταθερά στη ζωή, τη θάλασσα και την κόρη μου", έλεγε η Μαργαρίτα Λυμπεράκη. Λίγες μέρες μετά το θάνατό της, η κόρη της, Μαργαρίτα Καραπάνου, έγραφε: "Η μητέρα μου κι εγώ γνωριζόμαστε από παλιά. Όταν ήμουν παιδί, μου έδειχνε τα άστρα. "Είναι δικά μου", μου έλεγε. Όταν ήμουν δώδεκα χρόνων, περπατούσαμε μ' έναν άντρα στο δρόμο. "Είναι δικός μου", μου έλεγε".
Αυτή η ιδιαίτερη σχέση μεταξύ μητέρας και κόρης, και ταυτόχρονα μεταξύ δυο κορυφαίων εκπροσώπων της ελληνικής πεζογραφίας, έρχεται στο προσκήνιο με το βιβλίο της Φωτεινής Τσαλίκογλου, που εντάσσει σ' ένα πεδίο στοχασμού και αναστοχασμού μια σπάνια μαρτυρία: τα γράμματα που έστελνε η Μαργαρίτα στη Μαργαρίτα· επιστολές με χιούμορ, ευαισθησία, αγωνίες, τύψεις, σκοτάδια, φως και έντονους ψυχικούς κραδασμούς, που αφηγούνται και αναπλάθουν μια συγκλονιστική ιστορία. Μια ιστορία παράξενη και παράδοξη, όπως είναι οι ιστορίες των μοναδικών σχέσεων στη ζωή μας. Μια ιστορία αγάπης και πάθους όπου ο έρωτας εναλλάσσεται με την εγκατάλειψη, η τρυφερότητα με την απόγνωση και το φόβο, η λατρεία με την απόρριψη, η επιθυμία συγχώνευσης με την ανάγκη διαφοροποίησης.
Σε μιαν εποχή όπου τα γράμματα λάμπουν με την απουσία τους, η αλληλογραφία αυτή αποτελεί ντοκουμέντο πολύτιμο μιας ξεχωριστής δεκαετίας που ονειρεύτηκε μιαν άλλη εκδοχή ζωής (1960-70), αλλά κι ενός πλούσιου και ευφάνταστου συγγραφικού εργαστηρίουμιας γυναίκας που έζησε, έγραψε κι αγάπησε με πάθος.

ΕΡΓΑ ΤΕΧΝΗΣ – ΓΛΥΠΤΑ
Αγάλματα του Αγρινιώτη συντοπίτη μας κ. Καπράλου


























ΠΙΝΑΚΑΣ



Η αγάπη της μάνας

 

Το μεγαλείο της μητρικής αγάπης στο ζωικό βασίλειο.
Απολαύστε τις υπέροχες φωτογραφίες











                            ΜΕΛΗ ΟΜΑΔΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ                           

Βάρφη Τζένη

Βλαχοδήμου Βιβή

Ιωσηφίδης Παναγιώτης

Καλλίμορφος Δημήτρης

Καμπάση Τζέση


Σχετικά Τραγούδια  


   http://www.youtube.com/watch?v=UOiMmJ8ErOM
                        http://www.youtube.com/watch?v=XsaOBIxU6oY